Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

Ich Seh, Ich Seh / Goodnight mommy (2014)

Η αρχετυπική αθωότητα στη σχέση γονιών-παιδιών αποτελεί θέμα εξεχόντως ευαίσθητο, τόσο ώστε να προσφέρει απόλυτα πρόσφορο έδαφος στο σινεμά τρόμου για να το… καταπατήσει ανελέητα. Στην απειλητική ασέβεια αυτής της «ιερής» σχέσης πάτησε ο «Εξορκιστής» σοκάροντας ορδές θεατών τη δεκαετία του `70, το ίδιο και το πιο πρόσφατο «Babadook» που βασίστηκε στον τρόμο της ακραίας κατάρρευσης της γονεϊκής αγάπης για να χτίσει μια αξιοπρόσεκτη ψυχολογική αλληγορία. Σαν ένα «Babadook» από την… ανάποδη, το «Goodnight mommy» χρησιμοποιεί την ίδια λογική βυθίζοντάς μας σε έναν εφιάλτη δίχως διέξοδο, όπου όσο η αγάπη απουσιάζει από τα ψυχρά κάδρα του, άλλο τόσο ενυπάρχει στη δημιουργική μελέτη των ουσιωδών χαρακτήρων του -γι’ αυτό και λειτουργεί τόσο αποτελεσματικά. Με ένα μυστηριώδες στόρι που δεν φοβάται τα -ανατριχιαστικά- άκρα και σκηνοθεσία γεμάτη ευρήματα, η απτή πραγματικότητα κονταροχτυπιέται με την υποκειμενική αντίληψη, δημιουργώντας ταυτόχρονα μία από τις πιο πρωτότυπα creepy ατμόσφαιρες τρόμου στην κινηματογραφική μνήμη, όσο και αισθητά επίπεδα βάθους κάτω από αυτήν.

Το γεγονός ότι το φιλμ δεν παραλείπει ποτέ να υπηρετεί και να τεκμηριώνει εις βάθος την ουσία του (με έξυπνα κλεισίματα ματιού που όμως μάλλον προορίζονταν να είναι ορατά σε δεύτερη θέαση) είναι ο λόγος που ενδεχομένως «καίει» την έκπληξη του φινάλε του από νωρίς, στα μάτια ενός έμπειρου, τουλάχιστον, θεατή. Ταυτόχρονα όμως, είναι και η αιτία που υπάρχει ένα διαρκές και αμείωτο ψυχολογικό βάρος στους χαρακτήρες του. Από το εμπνευσμένο παιχνίδι φωτός με τους επιδέσμους της μητέρας και την αδυναμία διάκρισης των διδύμων μέχρι την απόκοσμη, σχεδόν με μια υφή σουρεαλισμού άδεια πόλη που επισκέπτονται τα παιδιά (η οποία τονίζει έμμεσα την «αφύσικη» μοναξιά τους) και την κατ’ επέκταση ψυχρή σε σημείο μη ρεαλιστικού στυλιζαρίσματος σκηνοθεσία των Fiala και Franz, όλα δίνουν χώρο για εντυπωσιακή καλλιτεχνική εμβάθυνση. Όλα υπηρετούν με αξιοθαύμαστο πείσμα την παραπάνω ιδέα της υποκειμενικότητας της αφήγησης, δίνοντας στην ταινία κάθε λόγο να φαντάζει απόκοσμη και αφύσικη, αφού έτσι φαντάζει κι ο κόσμος στο μυαλό των ηρώων της. Γι’ αυτό και, επίσης, τρομακτικά απειλητικός.

Όχι ότι δεν υπάρχουν αδυναμίες, με τη σκηνή των εθελοντών του Ερυθρού Σταυρού να μοιάζει μάλλον εύκολη (κρατάω την επιφύλαξη ότι για αυτό μπορεί να οφείλονται διαφορές στην κουλτούρα) και την τελική αποκάλυψη να σερβίρεται «στο πιάτο» με ασυγχώρητα προφανή τρόπο, μα το φιλμ παραμένει πάντοτε διεστραμμένα απολαυστικό. Από τη μία, θα μπορούσε να είναι πιο σημαντικό ως ταινία μία δεκαετία πριν (όπου θα ήταν δυσκολότερο να προβλέψει κανείς την κατάληξή του  και θα φάνταζε καθολικά πιο πρωτότυπο), αλλά, από την άλλη, εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα σπάνια φιλμ που, εν έτει 2015, έχουν τη δύναμη να σε ενοχλήσουν σε σημείο να θες να κλείσεις τα μάτια σου από την ένταση.

Βαθμολογία: 3.5/5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου